Αργύρης Χιόνης επιλογή και μετάφραση: Τόνια Κοβαλένκο

 




https://1-2.gr/2021/09/07/chionis/

από ΑΣΣΟΔΥΟ

Γ’ ΙΣΚΙΟΙ
η’

Αν δεν μπορείς να τραγουδήσεις μίλα
Αν δεν σ’ αρέσει η ομιλία γέλα ή χαμογέλα
Ή κάνε κάτι με το πρόσωπό σου κούνα
Τα χείλια ή τα βλέφαρα έστω ανεπαίσθητα
Σμίξε τα φρύδια σούφρωσε το μέτωπο
Δείξε πως σκέφτεσαι πως ζεις
Δείξε μονάχα τέντωσε το δάχτυλο και δείξε
Δεν έχει σημασία τι θα δείξεις δείξε

Αν μείνεις έτσι δεν θα τη γλιτώσεις
Θα σε μετακομίσουνε στην αποθήκη
Μαζί με άλλα έπιπλα μ’ άλλα μπαλσαμωμένα ζώα

Αν δεν σ’ αρέσει η ομιλία γέλα ή χαμογέλα

 

 

 απο το κανάλι του Dimitris Mystakidis Στίχοι - Μουσική: Δημήτρης Μυστακίδης 

Βασισμένο στο ποίημα του Τάσου Λειβαδίτη "Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος" Δημήτρης Μυστακίδης: κιθάρα, τζουράς, πλήκτρα, τραγούδι Βασίλης Μπαχαρίδης: τύμπανα Συμμετέχουν οι φοιτητές του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων: Άννα Λαζάρου, Αμαλία Περδικέα, Αμαλία Χαβέλα, Θανάσης Βισβίκης 

Μίλα, μην κάνεις πως δεν βλέπεις, θα τρέχεις να κρυφτείς κι εσύ απ το θεριό που τρέφεις. 
 Αν θες να λέγεσαι άνθρωπος το είπε ο ποιητής, η κάθε σου κραυγή είναι πετριά, μην ξεχαστείς. 
Το πρόσωπό σου να ματώνει από τις σφαίρες, δεν έρχονται μονάχες τους καλύτερες μέρες. 

Κάθε σου κίνηση γκρεμίζει αδικίες, μην ξεχαστείς ούτε στιγμή, μη λες δικαιολογίες. 
Δεν κλαίω σου είπα, που τα είδες τα δάκρυα; Εσύ να ανησυχείς για τα εδάφη τα πάτρια. 
Τα φίδια ξαναβγήκαν από τις τρύπες τους πάλι, τον φόβο σου μυρίστηκαν και σήκωσαν κεφάλι. 
Δειλοί με μπράτσα φουσκωτά και με κεφάλια άδεια πουλήσανε ελληνισμό στ’ ανόητα κοπάδια. 
Κι εσύ που οι παππούδες σου ήρθαν κυνηγημένοι, μην το ξεχνάς, είν’ ιερό το βλέμμα του ικέτη. Σήκωσε το βλέμμα, κοίτα πως κατάντησες φουκαρά, έγινες όλα εκείνα που κορόιδευες πιο παλιά. 
Σπίτι, δουλειά, μιζέρια κι η ζωή σου να περνά, σ’ όλα αυτά που δίπλα σου συμβαίνουν να στέκεσαι μακριά. Mια μάνα μόνη στάθηκε απέναντι απ’ το φίδι, μια μάνα που θυσίασε μονάκριβο στολίδι. 
Τα λόγια της δεν μάσησε, τους κοίταξε στα ίσα, ο πόνος δεν τη λύγισε, τη λένε Μάγδα Φύσσα. 

Τι με κοιτάς; Σου είπα δεν κλαίω. Ντρέπομαι μόνο μ' όλα αυτά που σου λέω. Μπορεί όλα να γίνονται μέσα στη γειτονιά σου, περνάς από εκεί, αλλά κοιτάς τη δουλειά σου. Και μη μου πεις ότι δεν έβλεπες πάλι όταν κλοτσούσανε τον Ζακ στο κεφάλι, ήτανε μέρα μεσημέρι στην πόλη, κυρ Παντελήδες και μπάτσοι, αδίστακτοι όλοι. Μίλα και γι’ αυτούς που δεν προλάβανε. Τον Γιακουμάκη τζάμπα μάγκες τον τρελάνανε. Πολλοί το ξέραν, μα κανείς δεν μιλούσε και η ευαίσθητη ψυχή του αιμορραγούσε. 

Σήκωσε το βλέμμα, κοίτα πως κατάντησες φουκαρά, έγινες όλα εκείνα που κορόιδευες πιο παλιά. 
Σπίτι, δουλειά, μιζέρια κι η ζωή σου να περνά, σ’ όλα αυτά που δίπλα σου συμβαίνουν να στέκεσαι μακριά. Τα πιτσιρίκια που βρίζεις είναι η μόνη σου ελπίδα. Αλληλεγγύη και σεβασμός είναι η δική τους πατρίδα. Τον φίλο τους τον είδανε νεκρό από μια σφαίρα κι ορκίστηκαν πως όλα αυτά θα αλλάξουνε μια μέρα. Και να ‘σαι φίλε σίγουρος αυτό θα το πετύχουν, γι’ αυτό και δεν ανέχονται οι κάφροι να ορίζουν. Στο μέλλον το δικό τους δεν ανήκεις εσύ, είναι άλλο το χαρμάνι και γουστάρουν τη ζωή! 

Μίλα για τον τύπο από δίπλα, που ξεσπάει στα παιδιά του της ζωής του τη σκατίλα, που κάνει τον μάγκα μόνο εκεί που τον παίρνει, γιατί όλη την ημέρα τεμενάδες προσφέρει. Και οι μπάτσοι που μπήκαν στων γειτόνων το σπίτι κι εσύ φώναζες μπράβο γερασμένο καθίκι, να το ξέρεις ένα βράδυ θα μπουκάρουν σε σένα, γιατί οι τύποι δεν έχουν σεβασμό σε κανέναν. Μίλα, μην κάνεις πως δεν βλέπεις. Θα τρέχεις να κρυφτείς κι εσύ απ’ το θεριό που τρέφεις. Αν θες να λέγεσαι άνθρωπος, το είπε ο ποιητής, η κάθε σου κραυγή είναι πετριά, μην ξεχαστείς.

Κάτω απ την άσφαλτο υπάρχει παραλία

                                                     (φωτογραφία με κολάζ AthinArt)
                                    το κολάζ που έφτιαξα παραπέμπει στο σύνθημα αυτό 


                                           Κάτω από το λιθόστρωτο η παραλία


                                    την φωτογραφία αυτή την αλίευσα από αυτό το άρθρο
          https://parallhlografos.wordpress.com/2011/05/07/sous-les-paves-la-plage%E2%80%A6/

Αργύρης Χιόνης Η Φωνή της σιωπής. Ποιήματα 1966 – 2000


(φωτό by Athin@Art Νάουσα) 
ΟΤΑΝ ΤΑ ΔΕΝΤΡΑ ΜΙΣΗΣΟΥΝ
ΤΗΝ ΑΧΑΡΙΣΤΙΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ
Θα ’ρθει μια μέρα που τα δέντρα θα μισήσουν την αχαριστία των ανθρώπων και θα σταματήσουν να παράγουν ίσκιο, θροΐσματα κι οξυγόνο. Θα πάρουνε τις ρίζες τους και θα φύγουν. Μεγάλες τρύπες θα μείνουνε στη γη εκεί που ήταν πριν τα δέντρα. Όταν οι άνθρωποι καταλάβουνε τι έχασαν, θα πάνε και θα κλάψουνε πικρά πάνω απ’ αυτές τις τρύπες. Πολλοί θα πέσουν μέσα. Τα χώματα θα τους σκεπάσουν. Κανείς δεν θα φυτρώσει.

http://www.katiousa.gr/logotechnia/poiisi/argyris-chionis-kravgazo-isycha-apala-schedon-psithyrista/

Αργύρης Χιόνης Σαν τόν τυφλό μπροστά στόν καθρέφτη, ΙΑ΄ 1986 *





Ω ναι, ξέρω καλά πως δεν χρειάζεται καράβι για να ναυαγήσεις, 
πως δεν χρειάζεται ωκεανός για να πνιγείς.
Υπάρχουνε πολλοί που ναυαγήσαν μέσα στο κοστούμι τους, 
μες στη βαθιά τους πολυθρόνα, πολλοί που για πάντα 
τους σκέπασε το πουπουλένιο πάπλωμά τους.
Πλήθος αμέτρητο πνίγηκαν μέσα στη σούπα τους, 
σ’ ένα κουπάκι του καφέ, σ’ ένα κουτάλι του γλυκού... 
Ας είναι γλυκός ο ύπνος τους εκεί
βαθιά πού κοιμούνται, ας είναι γλυκός κι ανόνειρος.
Κι ας είναι ελαφρύ τό νοικοκυριό πού τούς σκεπάζει.


Αργύρης Χιόνης

Σαν τόν τυφλό μπροστά στόν καθρέφτη, ΙΑ΄ 1986
* 













Κική Δημουλά Σας άφησα μύνημα

από τη συλλογή της "Ηχος απομακρύνσεων" 2001  http://users.uoa.gr/~nektar/arts/tributes/kikh_dhmoyla/index.htm

ΣΑΣ ΑΦΗΣΑ ΜΗΝΥΜΑ

Ἐμπρὸς ἐμπρὸς μὲ ἀκοῦτε; Ἐμπρὸς
ἀπὸ μακριὰ τηλεφωνῶ. Δὲν ἀκούγομαι
τί, ξεφορτίστηκε ἡ ἀπόσταση;
Ἀπὸ κινητὸ διάστημα μιλᾶτε;
Νὰ ξαναπατήσω τὸ μηδέν; Κι ἄλλο;
Μὲ ἀκοῦτε τώρα;
Ναὶ μοῦ δίνετε σᾶς παρακαλῶ τὴ μαμά μου;
Τί ἀριθμὸ πῆρα; Τὸν οὐρανὸ
αὐτὸν μοῦ ἔχουν δώσει. Δὲν εἶναι κεῖ;
Μπορῶ νὰ τῆς οὐρλιάξω ἕνα μήνυμα;
Εἶναι μεγάλη ἀνάγκη πεῖτε της
εἶδα στὸν ὕπνο μου ὅτι πέθανε κι ἐγὼ
μικρὸ παιδὶ κατουρημένο γοερὰ
μούσκεμα ὁ φόβος ὡς ἀπάνω
κι ἀκόμα νὰ στεγνώσει.
Νὰ ῾ρθεῖ νὰ τὸν ἀλλάξει.
Ἂν δὲν μπορέσει, τῆς λέτε ἀκόμα ὅτι
ὡρίμασε ἐκείνη ἡ παλιὰ φοβέρα της
πὼς θὰ μὲ φάει ὁ γέρος ἂν δὲν τελειώσω
τὸ φαγητό μου.
Ὡρίμασε ἔγινα γεῦμα γήρατος.
Ὄχι σὲ ταβερνάκι ὀνείρου.
Σὲ κάποιο λαϊκὸ μαγέρικο ποὺ ἄνοιξε
ὁ καθρέφτης.

(βίντεο από το κανάλι στο youtube  
Tellos F)


η μουσική που συνοδεύει τόσο αρμονικά το ποίημα είναι του Γιώργου Καζαντζή περισσότερα γιαυτή τη συνεργασία εδώ http://www.ogdoo.gr/diskografia/nees-kyklofories/kiki-dimoula-giorgos-kazantzis-mikri-souita


SKIES - βίντεο με φωτογραφίες απ τον Ελληνικό ουρανό http://www.panosphotographia.com/

http://www.panosphotographia.com/


Greek Skies from Panos Photographia on Vimeo.

Μίλτου Σαχτούρη, «Το ψωμί»

Ένα τεράστιο καρβέλι, μια πελώρια φραντζόλα ζεστό
ψωμί είχε πέσει στο δρόμο από τον ουρανό
ένα παιδί με πράσινο κοντό βρακάκι και με μαχαίρι
έκοβε και μοίραζε στον κόσμο γύρω
όμως και μια μικρή, ένας μικρός άσπρος άγγελος κι αυτή
μ' ένα μαχαίρι έκοβε και μοίραζε κομμάτια γνήσιο ουρανό
κι όλοι τώρα τρέχαν σ' αυτή, λίγοι πηγαίναν στο ψωμί,
όλοι τρέχανε στον μικρόν άγγελο που μοίραζε ουρανό
Ας μη το κρύβουμε διψάμε για ουρανό!


[πηγή: Μίλτος Σαχτούρης, 
Ποιήματα (1945-1971), Κέδρος, Αθήνα 1996 (8η έκδ.), σ. 144]

Τάσος Λειβαδίτης Περιμένοντας το βράδυ

αναδημοσίευση από https://tassosleivaditis.wordpress.com/2010/07/24/%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%B9%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%82-%CF%84%CE%BF-%CE%B2%CF%81%CE%AC%CE%B4%CF%85/

Περιμένοντας το βράδυ (Τάσος Λειβαδίτης)


Δεν ξέρω πώς, δεν ξέρω πού, δεν ξέρω πότε,
όμως τα βραδιά κάποιος κλαίει πίσω από την πόρτα
κι η μουσική είναι φίλη μας
και συχνά μέσα στον ύπνο ακούμε τα βήματα παλιών πνιγμένων ή περνούν μες στον καθρέφτη πρόσωπα
που τα είδαμε κάποτε σ’ ένα δρόμο η ένα παράθυρο
και ξανάρχονται επίμονα σαν ένα άρωμα απ’ τη νιότη μας
το μέλλον είναι άγνωστο το παρελθόν ένα αίνιγμα
η στιγμή βιαστική κι ανεξήγητη.
Οι ταξιδιώτες χάθηκαν στο βάθος
άλλους τους κράτησε για πάντα το φεγγάρι
οι καγκελόπορτες το βράδυ ανοίγουνε μ’ ένα λυγμό
οι ταχυδρόμοι ξέχασαν το δρόμο
κι η εξήγηση θα ‘ρθει κάποτε όταν δεν θα χρειάζεται πια καμία εξήγηση
Α, πόσα ρόδα στο ηλιοβασίλεμα
τι έρωτες Θέε μου,
τι ηδονές,
τι όνειρα,
ας πάμε τώρα να εξαγνιστούμε μες στη λησμονιά.
Από τη συλλογή Βιολέτες για μια Εποχή, διαβάζει ο Δημήτρης Καταλειφός

από το κανάλι στο youtube  Gladiator33111 
                             

Francesco Tullio Altan Σκίτσα






 «- Έπρεπε΄να επιλέξουμε: :μια καταστροφή τύπου Ελλάδας ή μία όλη δική μας.» Σκίτσο του Αλτάν


-Μου φαίνεται ότι είμαι σαν την Επανάσταση: αυτοί με αγαπούν κι εγώ δεν έρχομαι ποτέ.» Σκίτσο του Αλτάν






«- Υποφέρω από επανειλημμένες επιθέσεις των σπρεντ .» Σκίτσο του Αλτάν

τα βρήκα στη σελίδα  http://eranistis.net/wordpress/


Oταν του Μιχάλη Κατσαρού


[Όταν] Του Μιχάλη Κατσαρού


10 June, 2017 by BIBLIOTHEQUE
























Όταν ακούω να μιλάν για τον καιρό
όταν ακούω να μιλάνε για τον πόλεμο

όταν ακούω σήμερα το Αιγαίο να γίνεται ποίηση


να πλημμυρίζει τα σαλόνια


όταν ακούω να υποψιάζονται τις ιδέες μου


να τις ταχτοποιούν σε μια θυρίδα


όταν ακούω σένα να μιλάς


εγώ πάντα σωπαίνω.


Όταν ακούω κάποτε στα βέβαια αυτιά μου


ήχους παράξενους ψίθυρους μακρινούς


όταν ακούω σάλπιγγες και θούρια


λόγους ατέλειωτους ύμνους και κρότους


όταν ακούω να μιλούν για την ελευθερία


για νόμους ευαγγέλια και μια ζωή με τάξη


όταν ακούω να γελούν


όταν ακούω πάλι να μιλούν


εγώ πάντα σωπαίνω.


Μα κάποτε που η κρύα σιωπή θα περιβρέχει τη γη


κάποτε που θα στερέψουν οι άσημες φλυαρίες


κι όλοι τους θα προσμένουνε σίγουρα τη φωνή


θ’ ανοίξω το στόμα μου


θα γεμίσουν οι κήποι με καταρράκτες


στις ίδιες βρώμικες αυλές τα οπλοστάσια


οι νέοι έξαλλοι θ’ ακολουθούν με στίχους χωρίς ύμνους


ούτε υποταγή στην τρομερή εξουσία.


Πάλι σας δίνω όραμα.
  

Μανώλης Αναγνωστάκης Στ΄αστεία παίζαμε



             
        δημιουργία του Gladiator33111


Στ' αστεία παίζαμε...

Δε χάσαμε μόνο τον τιποτένιο μισθό μας
Μέσα στη μέθη του παιχνιδιού σάς δώσαμε και τις γυναίκες μας
Τα πιο ακριβά ενθύμια που μέσα στην κάσα κρύβαμε
Στο τέλος το ίδιο το σπίτι μας με όλα τα υπάρχοντα.
Νύχτες ατέλειωτες παίζαμε, μακριά απ' το φως της ημέρας
Μήπως πέρασαν χρόνια; σαπίσαν τα φύλλα του ημεροδείχτη
Δεν βγάλαμε ποτέ καλό χαρτί, χάναμε χάναμε ολοένα
Πώς θα φύγουμε τώρα; πού θα πάμε; ποιος θα μας δεχτεί;

Δώστε μας πίσω τα χρόνια μας δώστε μας πίσω τα χαρτιά μας
Κλέφτες!
Στα ψέματα παίζαμε!


Η Συνέχεια 3», 1962


http://users.uoa.gr/~nektar/arts/poetry/manolhs_anagnwstakhs_poems.htm


Αγαπάω του Νίκου Καββαδία


Ἀγαπάω τ᾿ ὅτι θλιμμένο στὸν κόσμο.
Τὰ θολὰ τὰ ματάκια, τοὺς ἀρρώστους ἀνθρώπους,
τὰ ξερὰ γυμνὰ δέντρα καὶ τὰ ἔρημα πάρκα,
τὶς νεκρὲς πολιτεῖες, τοὺς τρισκότεινους τόπους.

Τοὺς σκυφτοὺς ὁδοιπόρους ποὺ μ᾿ ἕνα δισάκι
γιὰ μία πολιτεία μακρυνὴ ξεκινᾶνε,
τοὺς τυφλοὺς μουσικοὺς τῶν πολύβουων δρόμων,
τοὺς φτωχούς, τοὺς ἀλῆτες, αὐτοὺς ποὺ πεινᾶνε.

Τὰ χλωμὰ τὰ κορίτσια ποὺ πάντα προσμένουν
τὸν ἱππότην ποὺ εἶδαν μία βραδιὰ στ᾿ ὄνειρό τους,
νὰ φανῇ ἀπ᾿ τὰ βάθη τοῦ ἀπέραντου δρόμου.

Τοὺς κοιμώμενους κύκνους πάνω στ᾿ ἀσπρόφτερό τους.
Τὰ καράβια ποὺ φεύγουν γιὰ καινούρια ταξίδια
καὶ δὲν ξέρουν καλὰ -ἂν ποτὲ θὰ γυρίσουν πίσω
ἀγαπάω, καὶ θά ῾θελα μαζί τους νὰ πάω
κι οὔτε πιὰ νὰ γυρίσω.

Ἀγαπάω τὶς κλαμμένες ὡραῖες γυναῖκες
ποὺ κυττᾶνε μακριά,ποὺ κυττᾶνε θλιμμένα ...
ἀγαπάω σὲ τοῦτον τὸν κόσμο -ὅ,τι κλαίει
γιατὶ μοιάζει μ᾿ ἐμένα.

* Περιοδικὸ τῆς Μεγάλης Ἑλληνικῆς Ἐγκυκλοπαίδειας,
τοῦ Παύλου Δρανδάκη, ἀρ. 173, 10 Μαρτίου 1929.



απο το κανάλι nikos panagias στο youtube